! πώς είπα το όνομά σου και δεν κάηκα;
Πρέπει να ονειρεύομαι.
Δεν μπορεί άνθρωπος να είναι τόσο ευτυχισμένος με ανοιχτά μάτια.
Είμαι κοιμισμένος τώρα μες την αγκαλιά της Αγάπης.
Όλος ο κόσμος είναι ροδοδάφνινος.
Η καρδιά μου λέει ακατάπαυστα
Είναι ξαπλωμένη πλάι μου, με μάτια κλειστά.
Θροΐζει η αναπνοή της σαν άνθος που το φιλούν πνοές.
Αγαπημένη.................
Οι βλεφαρίδες της σχεδιάζουν στο πρόσωπό της βελονωτές σκιές.
Κοιμάται και όλα γλυκαίνουν.
Ο αέρας φυσά ντροπαλά σαν ένας μικρός έρωτας.
Όλα θα τα πω εδώ, όλα θα τα φωνάξω με τρελό πάθος.
Θα δώσω στη ζωή το όνομά της, θα τη λέω
και θα την ανασαίνω...
Θα την βαφτίσω φωτιά....θα τη φωνάξω
και θα καίω τα χείλη μου.
Ας την όμως να κοιμηθεί....Την κοιτώ και δεν κουράζομαι...
Μια μυστική μελωδία βγαίνει από πάνω της.
Ένα έντομο ήρθε και κάθισε στο χέρι μου.
- "Μπορώ να πεθάνω;" με ρώτησε
-"Οχι" του απαντώ "γιατί αγαπώ".
Κείνη κοιμάται και δεν ξέρει ότι εγώ έσωσα τώρα τη ζωή ενός εντόμου...
"Αγάπη…χθες βράδυ ψιθύρισα τ’ όνομά σου και μου είπαν να μιλώ σιγότερα…"
Από το βιβλίο του Μενέλαου Λουντέμη "Έκσταση"
Ερωτικό Κάλεσμα
Μενέλαος Λουντέμης
Έλα κοντά μου, δεν είμαι η φωτιά
τις φωτιές τις σβήνουν τα ποτάμια
τις πνίγουν οι νεροποντές
τις κυνηγούν οι βοριάδες
Δεν είμαι, δεν είμαι η φωτιά
Έλα κοντά μου, δεν είμαι ο άνεμος
τους άνεμους τους κόβουν τα βουνά
τους βουβαίνουν τα λιοπύρια
τους σαρώνουν οι κατακλυσμοί
Δεν είμαι, δεν είμαι ο άνεμος
Εγώ δεν είμαι παρά ένας στρατολάτης
ένας αποσταμένος κατακτητής
που ακούμπησε στη ρίζα μιας ελιάς
ν΄ακούσει το τραγούδι των γρύλλων
κι αν θέλεις, έλα να τ' ακούσουμε μαζί
Ερωτικό
Μενέλαος Λουντέμης
Ήρθε.
Και φώτισε την καταπακτή μου.
Κι έγινε φώς. Ήταν ο ουρανός; Δεν ξέρω.
Ενα μόνο ξέρω.
Πως έχασα τη γη.
Ήρθε.
Και ξοπίσω της έτρεχαν ξυπόλυτες
ένα κοπάδι ξέπλεκες ακτίνες.
Παίζοντας κρυφτούλι με τους ατμούς.
Ήρθε.
Κι έφυγε τρομαγμένη η πίσσα
Σκορπώντας τα μαύρα της δάκρυα
Ενώ κάτι μεθυσμένοι κορυδαλλοί
Ανεβοκατέβαιναν σαν σαλτιμπάγκοι.
Ήρθε.
Κι ένα χελιδόνι
-Καθώς έφευγε για τόπους μακρινούς-
Σταμάτησε κι άπλωσε τις φτερούγες του
πάνω στο σταυρό της κοντινής μας εκκλησιάς.
Αγάπη!
Για να ζήσεις ήρθες
Ή για να σταυρωθείς.
Και φώτισε την καταπακτή μου.
Κι έγινε φώς. Ήταν ο ουρανός; Δεν ξέρω.
Ενα μόνο ξέρω.
Πως έχασα τη γη.
Ήρθε.
Και ξοπίσω της έτρεχαν ξυπόλυτες
ένα κοπάδι ξέπλεκες ακτίνες.
Παίζοντας κρυφτούλι με τους ατμούς.
Ήρθε.
Κι έφυγε τρομαγμένη η πίσσα
Σκορπώντας τα μαύρα της δάκρυα
Ενώ κάτι μεθυσμένοι κορυδαλλοί
Ανεβοκατέβαιναν σαν σαλτιμπάγκοι.
Ήρθε.
Κι ένα χελιδόνι
-Καθώς έφευγε για τόπους μακρινούς-
Σταμάτησε κι άπλωσε τις φτερούγες του
πάνω στο σταυρό της κοντινής μας εκκλησιάς.
Αγάπη!
Για να ζήσεις ήρθες
Ή για να σταυρωθείς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου